Στα
νοτιοανατολικά της Θεσπρωτίας, ένας φιδίσιος δρόμος οδηγεί σε μια ορεινή, άγρια
και απόκρημνη περιοχή όπου από τον 16ο αιώνα είχαν κτιστεί κάποια
χωριά τα οποία τα κατοίκησαν άνθρωποι που έμειναν στην ιστορία για την
γενναιότητα τους αλλά και για τον αδούλωτο χαρακτήρα τους. Είναι τα χωριά του
Σουλίου.
Σήμερα
υπάρχουν πέντε χωριά που ονομάζονται και Σκάπετα Σουλίου, Σκάπετα από το ρήμα
σκαπετάω που σημαίνει ξεπερνώ την κορυφή του υψώματος και χάνομαι πίσω από
αυτήν, δραπετεύω, διαφεύγω.
Αυτά
τα χωριά θέλαμε να επισκεφτούμε θεωρώντας ότι η εποχή της άνοιξης είναι η
καλύτερη για τέτοιου είδους εκδρομές. Είναι όμως και απρόβλεπτη. Από την
προηγούμενη μας είχε προειδοποιήσει πως οι ζεστές και ηλιόλουστες μέρες που
φώτιζαν τα χρώματα της Άνοιξης δεν θα συνεχιζόταν για πολύ. Μία μπόρα ήταν το
πρελούντιο για αυτό που θα ακολουθούσε την επομένη που ήταν η μέρα της
προγραμματισμένης εκδρομής μας. Το ουράνιο τόξο που φάνηκε στον ουρανό ήταν
όμως το
σύνθημα για να μην ανατρέψουμε τα σχέδια μας. Και η αλήθεια είναι ότι
τελικά δεν το μετανιώσαμε. 

Μετά
από λίγα χιλιόμετρα διαδρομής δύο (!) πινακίδες που γράφουν ‘’Σούλι’’ μας
καλωσορίζουν στον τόπο που έχουν γραφτεί μερικές από τις πιο ηρωικές σελίδες
της ιστορίας αυτής της χώρας. Οι Σουλιώτες πολλά χρόνια πριν από την επανάσταση
του 1821 πολέμησαν για να μείνουν ελεύθεροι οργανώνοντας στα απρόσιτα
κορφοβούνια την ‘’Σουλιώτικη Συμπολιτεία’’ που αριθμούσε 122 χωριά με 25000
κατοίκους και που έμεινε αδούλωτη για παραπάνω από δύο αιώνες… τότε που η
οθωμανική αυτοκρατορία ήταν πραγματικά ακατανίκητη. Και αν δεν υπήρξε ο
διχασμός ανάμεσα στις φάρες των Σουλιωτών, ιδιαίτερα ανάμεσα στους Μποτσαραίους
και τους Τζαβελαίους, ο Αλή Πασάς ίσως
δεν κατάφερνε να τους νικήσει.
Ο
διχασμός και κατά πως λένε οι ιστορικοί η φιλαργυρία του Γιώργη Μπότσαρη, όπως και η φιλοδοξία του να
κυβερνήσει τους Σουλιώτες, τον ώθησαν να συνεργαστεί με τον Αλή Πασά και να
διαθέσει τους άντρες τους να πολεμήσουν ενάντια στους μέχρι πριν λίγο
συντρόφους του. Δυστυχώς αλλά η ιστορία της Ελλάδας έχει πολλές τέτοιες μελανές
σελίδες…
Ο
ποιητής Ανδρέας Κάλβος που έγραψε ωδή με τριάντα στροφές αφιερωμένη ‘’Εις
Σούλι’’ ονομάζει την περιοχή ‘’Σελλαϊδα’’ πιστεύοντας ότι οι Σουλιώτες είναι
απόγονοι των Σελλών. Η ερμηνεία αυτή του ποιητή, σύμφωνα με τον ιστορικό Κων/νο
Πανταζή, στηρίζεται στην ιστορική πραγματικότητα. Από το 800π.Χ. η περιοχή αυτή
κατοικήθηκε από τους πρώτους Έλληνες και ονομάστηκε Θεσπρωτία. Από τα χωριά της
Θεσπρωτίας ανέβηκαν μεμονωμένες
οικογένειες που δεν ανέχθηκαν τον ραγιαδισμό γύρω στο 1600 στα βράχια της
Μούργκας και έχτισαν το Τετραχώρι.

Σήμερα
αυτό που θυμίζει το ηρωικό παρελθόν του Σουλίου είναι η θέση Κούγκι όπου ο
ηγούμενος μοναχός Σαμουήλ ανατίναξε το μοναστήρι για να μην πέσει στα χέρια των
Τούρκων, απέναντι ακριβώς από το γραφικό εκκλησάκι του Αγίου Δονάτου που
χτίστηκε το 1793. Εκεί κάθε χρόνο, την
τελευταία Κυριακή του Μαΐου γίνεται αναπαράσταση του ολοκαυτώματος.

Επόμενη
στάση μας το Τσαγγάρι. Η λέξη Τσαγγάρι μάλλον προέρχεται από την λέξη ‘’gora’’ που θα πει βουνό και το πρόθεμα ‘’Za’’ που θα πει πίσω από το βουνό. Μαζί με το Ιλλυρικό άρθρο i γίνεται Zagari που σημαίνει
τοποθεσία πίσω από το βουνό. Είναι ένας μικρός οικισμός με 173 κατοίκους και με
τον ιερό ναό της Αγίας Παρασκευής που έχει κτιστεί με πελεκητή πέτρα να
δεσπόζει στην πλατεία του. Στα νοτιοανατολικά του χωριού υπάρχει και ο Άγιος
Δημήτριος ο οποίος είναι αχρονολόγητος.

Το
επόμενο χωριό είναι οι Κουκουλιοί και πρέπει να ονομάστηκε έτσι γιατί η
τοποθεσία
μοιάζει με την θήκη του μεταξοσκώληκα, το κουκούλι, γιατί
κουκουλώνεται από τα γύρω βουνά. Σ΄ αυτό το μικρό χωριό των 112 κατοίκων μας
περιμένει μία ευχάριστη έκπληξη. Φτάνοντας σχεδόν στο τέλος του χωριού το τοπίο
ξαφνικά γίνεται λευκό ενώ τώρα πια το χιόνι έχει πάρει την θέση της βροχής. Όσο
προχωράμε το χιόνι γίνεται πιο πυκνό…


Ενώ
διασχίζουμε το χωριό ξαφνικά ο δρόμος σταματάει πίσω από μερικά σπίτια ενώ ένα
μονοπάτι που συνεχίζει από κει οδηγεί σε έναν χείμαρρο. Αυτό ήταν και το τέλος
της διαδρομής μας στα χωριά του Σουλίου. Έτσι μετά από μία στάση λίγων λεπτών
αποφασίζουμε για την επιστροφή μας. Και ενώ το τοπίο άλλοτε μας γαληνεύει με
τις αποχρώσεις του πράσινου και άλλοτε μας αγριεύει με τους ορεινούς του όγκους
σαν οπτική μελωδία εμφανίστηκε ένα μικρό σπιτάκι μπροστά μας που είχε για
συντροφιά ένα δέντρο ντυμένο στα ροζ…
ήταν μία εικόνα που μόνο η φύση μπορούσε να δημιουργήσει.

Κείμενο - Φωτογραφία : Φώτης Μαραζόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ τα σχόλια να είναι κόσμια και να μην προσβάλλουν. Τα προσβλητικά σχόλια δεν θα αναρτώνται ή θα διαγράφονται.